Πέμπτη, Ιουνίου 15, 2006

Το ταξίδι!

Είχα πάει για το τριημέρο στην πανέμορφη Κρήτη στα Χανιά... Πέρασα πολύ όμορφα, Μανούλα ήθελα να το ξέρεις .... Ξεκουράστηκα και είδα μαγικές εικόνες, μύρισα μεθυστικά αρώματα, γεύτηκα ντόπιες λιχουδιές , ένιωσα δυνατές συγκινήσεις ...... Η σκέψη μου όμως ήταν κοντά σου Μανούλα μου... Εντάξει δεν έπαιρνα εσένα τηλέφωνο να σου πω πως περνάω αλλά μιλούσα με τον παπά, την θεία .... Ήθελα να ξέρεις ότι πήγα σε αρκετές εκκλησίες μοναστήρια θα σου πω μόνο για ένα που εκεί Σε ένιωσα κοντά μου ..... Πρόκειται για ένα μοναστήρι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (τυχαίο....) στην άκρη του πουθενά χτισμένο σε ένα πολύ μεγάλο βράχο και αποκάτω να χτυπά το κύμα .... Φτάσαμε μεσημέρι και δεν είχε πολύ κόσμο ήσυχα και κατανυχτικά το κατάλευκο μοναστήρι δέσποζε επιβλητικά και σεμνά από μακριά. Για να ανέβεις εκεί πρέπει να περπατήσεις και να ανέβεις καμία 50ρια σκαλοπάτια. Η παράδοση λεέι ότι αν κάποιος είναι αναμάρτητος θα μπορέσει να δει και το ολόχρυσο σκαλόπατι ..... Με το που ανεβαίνεις φτάνεις στο προαύλιο χώρο της εκκλησίας η θέα είναι μαγική κοντά στο θέο .... το νιώθεις στο πετσί σου ..... Κανείς τριγύρο ησυχία .... Τα βήματα μου αργά με οδηγούν προς την είσοδο του ναού ...... Ακριβώς πάνω από την είσοδο δεσπόζει το μεγάλο καμπαναριό του ναού σαν να σε καλωσορίζει ..... Μπαίνω μέσα και έκπληκτος τι να δω ...... Ο ναός είχε πάρει φωτία το μικρό εκκλησάκι της Κοιμήσεως της Θεοτόκου της Χρυσοσκαλίτησας από τα κερία και από την ζέστη είχε παραδοθεί στις φλόγες ..... Εγώ ταραγμένος κοιτάω τις φλόγες που καίνε με μανιά τα κεριά ..... Βγαίνω τρομαγμένος έξω βρίσκω τον Στυλιάνο, που φυσικά έβγαζε φωτογραφίες μαγεμένος από το υπέροχο τοπίο, να φωνάξουμε κάποιον να σβήσουμε την φωτιά .... Βάζουμε τις φωνές και έρχεται ένας γέροντας και τον βοηθάμε να βγάλουμε έξω το κουτί που είχε παραδοθεί στις φλόγες ...... Η φωτία σβήνει και μένω έκπληκτος κοιτάζοντας ότι είχε απομείνει ..... Ο ιερέας με σοκάρει ...Η Παναγία σας έστειλε σώσατε την Μονή ...... Το αίμα μου παγώνει και ένα δάκρυ κυλά αργά και βασανιστηκά ..... Κάθομαστε καμιά ώρα συζητώντας με τον ιερέα που επιμένει να καθίσουμε για φαγητό ...... Έκει σε ένιωσα κοντά μου και έιμαι σίγουρος ότι είσαι περήφανη για τον γίο σου ..... Καθώς έγραφα τις παρακλήσεις τα δάκρυα μου έρτεχαν ποτάμι ..... Έγραψα πρώτη φορά μετά τον πατέρα σου, την μητέρα σου και τον βασιλάκη και ΕΣΕΝΑ. ........ Ο επόμενος σταθμός ήταν σε ένα ταβερνάκι λίγα χιλιόμετρα από το μοναστήρι δεν ξέρω γιατί έπρεπε να πάμε εκεί (τυχαίο και αυτό) .... Καθόμαστε τρώμε τις φοβερές σπιτικές τοπικές νοστιμιές και καθώς απολαμβάνουμε την θέα το ακριβώς διπλάνο και μοναδικό τράπεζι που είχε κόσμο πιάνει μια συζήτηση για τον θάνατο ....... Η ταβέρνα λέγεται Γλυκερία, η οποία δεν ζει πια αλλά την ταβέρνα σήμερα την έχει και την λειτουργεί ο γίος της ,ένας Κρητήκαρος 2 μέτρα ..... Η συζήτηση ξεκίνησε με τον αιφνίδιο θάνατο ενός χωριανού ..... Έρχεται σε λίγο και ο Κρητήκαρος και η συζήτηση ανάβει ..... Από τότε που έχασα την Μάνα μου όλη η ζωή μου άλλαξε ...... έτσι είναι ........ Η ζωή πρέπει να την βλέπουμε σαν ενά όνειρο που πρέπει να το ζούμε ...... Πονάω που έχασα την Μάνα μου αλλά πρέπει να ζήσω έτσι θα με ήθελε ...... Εγώ παγωμένος ακούω και μετά δυσκολίας μπορώ να αναπνεύσω ..... Τι να πω τώρα ? Θέλεις Μανούλα να μου περνάς μηνύματα ? Σαν να μιλούσα εγώ .... Τυχαία ολά αυτά ?..... Δεν ξέρω τα σχόλια δικά σας .... Σε λατρεύω Μανούλα και για την υπέροχη δουλεία που έκανες μεγαλώντας 4 παιδία .... Είμαι περήφανος για σένα ! Μπορεί η απουσία σου να είναι μεγάλη και βασανιστική αλλά είσαι μέσα μου!

2 σχόλια:

amalia είπε...

έτσι είναι τα ταξίδια!...ένα διαρκές παρε δώσε με την ψυχή.Μοιράζεσαι τις αισθήσεις σου. Τις απελευθερώνεις.Καμιά φορά κατορθώνεις να φθάσεις ώς την άλλη άκρη της ψυχής.Στα κρυφά σου όρια. Εκεί που φανερώνεις τις αλήθειες σου. Ναι, εκεί που συναντάς όλα όσα αγαπάς. Έτσι είναι τα ταξίδια!...Μια εξομολόγηση!Σε παίρνει απ το χέρι και σε περπατά στα πέρα μέρη σου. Σε μια αγκαλιά με όσα σου λείπουν πιο πολύ. Κι έτσι ορίζεσαι ξανά στην ζωή. Επανατοποθετήσε! Ακουμπάς το βάθος της πληγής και ξεκινάς ξανά. Απ την αρχή ξανά. Με την μυρωδιά της αγκαλιάς να χαιδεύει τα κλάματα σου. Να υπογράφει τα νέα σου γέλια. Να σε θυμίζει πως να λες τις καλημέρες σου. Γιατί αυτή η αγκαλιά πάντα ξέρει! Πάντα ήξερε!Κι εσύ το ξέρεις...!Ξέρεις πως πρέπει να μιλήσεις ξανά στη ζωή. Με το ίδιο πάθος που έγραψε η Μαρούλα την δικιά της ζωή. Με πρόσθετο το δικό σου κριτήριο, το δικό σου φως, την δικιά σου ματιά.
Αγαπημένε Ρένο,...κοιτάω την αυλή μας και ονειρεύομαι με όλα τα παιδικά μας παραμύθια. Μ αρέσει να δραπετεύω καμιά φορά απ τον ρεαλισμό και να καθησυχάζω τους φόβους μου, μετρώντας τα γιασεμιά στο χρώμα της νύχτας. Πολλά έχουν αλλάξει! Ξέρουμε όμως κι οι δυό πως υπάρχει κάτι που παραμένει αναλλοίωτο.Είναι αυτό που κουβαλάμε μέσα μας, σαν κληροδότημα απ την γιαγιά στα εγγόνια, αυτό τον κόμπο στο λαιμό, το δέος, αυτό που σαν μπεις στη Παναγιά της Κρήτης το μυρίζεσαι, αυτό που σαν μπω στην Παναγιά της Άνδρου το μυρίζομαι. Σ αγαπάω!

kathreftis είπε...

Τι να πω...αναρωτιεμαι αν θα μπορεσω ποτέ να διαβασω την ψυχη σας χωρις τα δακρυα να κυλανε ποταμι στα μαγουλα!Πρωτη φορα προχθες την ονειρευτηκα. Ηταν λεει η κηδεια του Βασιλακη κι εγς ετρεχα να γυρισω πισω απο όπου ημουνα μαζι με την Τουλα- τι περιεργο...Οταν εφτασα την ειδα εκει. Ανοιξε τα χερια της και μ'αγκαλιασε κι εγω αρχισα να κλαιω με λυγμους ενω αυτη μου χαμογελουσε...Το πρωι ξυπνησα με ενα αισθημα καθησυχασμου...Μου λειπει η αυλη μας τουτα τα καλοκαιρινα βράδυα...